Δεύτερα, 25 ιουλίου στα εξάρχεια. Ήταν αρκετό που κάποιοι (βλ. έλληνες, άντρες, αγωνιστές) μυρίστηκαν ότι ένας μετανάστης, που τύχαινε να μην είναι αρκετά λευκός, είχε το θράσος να πουλάει πρέζα στην πλέον επαναστατική, καθαρή από εξαρτήσεις γειτονιά της αθήνας. Δεν ήταν σίγουροι, όμως τι άλλο θα μπορούσε να κάνει ένας μη-λευκός στα εξάρχεια, εκτός απ’το να μαζεύει μπουκάλια μπύρας ή να πουλάει ναρκωτικά; Φυσικά δεν μπήκαν καν στη διαδικασία να ανοίξουν διάλογο μαζί του, αλλά με την αδιάσειστη μαρτυρία βαλτού αγοραστή, είχαν πλέον κάθε λόγο να τον λιντσάρουν.
Τον περικυκλώνουν, και ο όχλος που σχηματίζεται μεγαλώνει καθώς όλο και περισσότεροι μυρίζονται τσάμπα αίμα. Αρχίζουν να τον χτυπάνε όλοι μαζί. Πλέον ο μετανάστης βρίσκεται αιμόφυρτος στον πεζόδρομο, αλλά το αίσθημα δικαίου του όχλου δεν έχει ικανοποιηθεί. Κάθε τόσο κάποιος απ’το πλήθος ξεφεύγει απ’τον κύκλο και του δίνει και καμιά. Δύο μόνο άτομα προσπαθούν να τον απομακρύνουν και να τον προστατέψουν, χωρίς αποτέλεσμα. Η δίψα το όχλου για αίμα ικανοποιήθηκε τελικά μόνο αφού ο μετανάστης αναζήτησε καταφύγιο σε κοντινά μαγαζιά, αφού έφαγε τόσο ξύλο που έμεινε ημι-λιπόθυμος, κι αφού αποπειράθηκαν να του λιώσουν το κεφάλι με πυροσβεστήρα. Τρείς ήταν οι εναλλακτικές προτάσεις του όχλου κατά τη διάρκεια του σκηνικού: στην εντατική, στους μπάτσους, ή αφού στο κάτω-κάτω τόσους ανθρώπους έχει σκοτώσει με την πρέζα του, θάνατος.
Μήπως θα τον αναζητήσει και κανείς;
Θα ήταν ευκολότερο να φανταστούμε 50 άτομα να κυνηγάνε έναν μετανάστη στον άγιο παντελεήμονα. Το γιατί τον κυνηγάνε, το ποιοί τον κυνηγάνε. Στα εξάρχεια, όμως, για να καταλάβει κανείς τη ρατσιστική βία πρέπει να φέρει στο νου του το γνωστό και κοινωνικά νομιμοποιημένο σύνθημα «ΕΞΩ Η ΠΡΕΖΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΞΑΡΧΕΙΑ» γραμμένο σε τοίχους, πανό και συνειδήσεις. Πρόκειται για ένα από τα συνθήματα της περιοχής που δεν έμεινε στα πλαίσια της επιτροπής κατοίκων του αλλά διαχύθηκε, και έχρισε οποιονδήποτε το στηρίζει ικανό να το υπερασπιστεί και να το επιβάλλει αυτοδικώντας. Πρόκειται για το σύνθημα του οποίου το αντι-ναρκωτικό πρόταγμα κάνει όλους όσους νιώθουν υπεύθυνοι για την περιοχή (και μάλλον πρέπει να το προσέξουν αυτό), να ασκούν ένα είδος ωμού κοινωνικού ελέγχου, ντυμένου με το μανδύα του κυνηγιού «πρεζεμπόρων». Στην πραγματικότητα, οι «κυνηγοί» ξέρουν καλά πως δεν συνεπλάκησαν με μαφίες, και πως ο μόνος λόγος που σάπισαν στο ξύλο έναν Αφρικανό μετανάστη ήταν ακριβώς το ότι αυτός ήταν ιδιαίτερα εκτεθειμένος στην εύκολη βία, ευάλωτος και χωρίς στήριξη ατόμων που θα τον έσωζαν την τελευταία στιγμή, ακριβώς γιατί ήταν ένας ‘ξένος’ σε ένα ομοιογενές περιβάλλον.
Για μας, λοιπόν, είναι ξεκάθαρο πως ο ρατσισμός είναι αυτό που κρύβεται πίσω από αφορμές περί πρεζεμπορίου, και που γίνεται εμφανής και σε αυτό και σε παρόμοια περιστατικά, όπως ο ξυλοδαρμός ενός Αλγερινού, με την ίδια αφορμή, στο πάρκο της ζωοδόχου και ναυαρίνου. Φημολογείται ότι ο Αλγερινός πέθανε στην εντατική και δεν είναι καθόλου τυχαίο, φυσικά, το ότι δεν γνωρίζουμε σε τι κατάσταση βρίσκεται αυτός ο άνθρωπος και το ότι μας είναι γνωστός μόνο ως «ένας αλγερινός».
Πολλά από αυτά τα συσσωρευμένα… απομονωμένα περιστατικά δεν προέρχονται μόνο από ξεσπάσματα των αρρενωποτήτων, αλλά και από επιθέσεις ελληνικού χαρακτήρα: με λίγα λόγια, χτυπιούνται ξένοι ανενδοίαστα, με πληθώρα δικαιολογιών και προφάσεων (και πέραν της πρέζας δηλαδή).
Αυτό που κατασκευάζει ένα ήδη λίγο-πολύ στοχοποιημένο υποκείμενο, και που καθιστά αυτομάτως ένοχο έναν μη-λευκό μετανάστη στα εξάρχεια, είναι ακριβώς αυτός ο κυρίαρχος (ενίοτε και με επαναστατικό περίβλημα) λόγος. Η διαρκής υποτίμηση του θύματος από αυτό το λόγο είναι, τελικά, ανάλογη του επιπέδου βίας που ασκείται πάνω του.
Μια επιφανειακή ανάγνωση της πρόσφατης ιστορίας των εξαρχείων (σκούπα στην πλατεία το 2007 [“Ο άγριος ξυλοδαρμός συνοδευόταν επίσης από απειλές του είδους την «επόμενη φορά θα σας κάψουμε»”], εκδίωξη της πρέζας και των διακινητών-χρηστών της από εμπορικά και πολιτικά μαγαζιά της περιοχής) δεν είναι αρκετή για την κατανόηση ενός περιστατικού με τόσο βίαια χαρακτηριστικά.
Η φαντασίωση ενός επαναστατικού, συνειδητοποιημένου, «υγιούς» χώρου που πολεμά την εξουσία με την εκδίωξη των ουσιών από τη γειτονιά του είναι ακριβώς αυτό, μια φαντασίωση.
Μια φαντασίωση μάλιστα που δεν κερδίζει τυχαία όλο και περισσότερο χώρο.
Μάλιστα, είναι άμεσα συνδεδεμένη με αυτό τον κυρίαρχο λόγο περί εγκληματικότητας και κοινωνικού χάους (στη ριζοσπαστική γλώσσα λέγεται «κανιβαλισμός») που τελευταία προπαγανδίζεται όλο και πιο επιθετικά από τα μήντια και τις διάφορες επιτροπές κατοίκων που ξεπηδούν σαν μανιτάρια, ενός λόγου του οποίου έμπρακτη κορύφωσή αποτέλεσε το πογκρόμ στο κέντρο της αθήνας. Κουβέντες περί «πλατείας όπου θα μπορούν να παίζουν τα παιδιά μας», «παλιών καλών εξαρχείων», «εγκληματικότητας», δε μπορούν παρά να μας φανερώσουν μια σύγκλιση αριστερού και δεξιού λόγου, ενάντια σε έναν γενικευμένο «κίνδυνο που αφορά όλους μας.»
Είναι γελοίο να λαμβάνει χώρα αυτή η υποτιθέμενη εκστρατεία ενάντια στα ναρκωτικά σε μια περιοχή όπου η κουλτούρα των ναρκωτικών είναι τόσο διαδεδομένη σε παρέες, και όπου οι μοναδικοί πραγματικοί στόχοι της είναι οι χρήστες και ειδικά όσοι από αυτούς είναι μετανάστες.
Κι ούτε μας φτάνει να αναλαμβάνουν κάποιοι την υπεράσπιση αυτών των θυμάτων, επενδύοντας ένα ρατσιστικό συμβάν με ταξικές σάλτσες περί άβουλων, εξαθλιωμένων μεταναστών, οι οποίοι αναγκάζονται, λόγω της θέσης τους στον πάτο του ταξικού βαρελιού, να… πουλάνε και καμιά ντρόγκα. «Τι άλλο ξέρουν/μπορούν να κάνουν εξάλλου;»
Αυτός ο ισχυρισμός, όσο κι αν θα μπορούσε να στέκει στη μερικότητά του, δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να τσουβαλιάζει χιλιάδες ανθρώπους από διαφορετικά background και με διαφορετικές επιλογές και ζωές, θεωρώντας τους συλλήβδην ένα πράγμα. Ας εστιάσουμε όχι στα θύματα της βίας αυτής, αλλά στους θύτες.
Ο έλληνας, ο άνδρας, ο αγωνιστής ξέρει και μιλάει και πράττει για όλους. Αν ο «εξαθλιωμένος» επιλέξει να πουλήσει πρέζα αντί να παραμείνει θύμα προς προστασία ή να στηρίξει τους (ελληνικούς) ταξικούς αγώνες, τότε ο έλληνας, ο άντρας, ο αγωνιστής ξέρει τι πρέπει να κάνει. Το αίσθημα του δικαίου πρέπει να ικανοποιείται πάση θυσία. Η γειτονιά πρέπει να προστατευτεί με κάθε κόστος. Και τελικά η ηθική τάξη, ετοιμοπαράδοτη, ξέρει να επιβάλλεται.
ΚΑΤΩ ΤΑ ΞΕΡΑ ΣΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ (ΚΑΙ ΣΤΑ ΕΞΑΡΧΕΙΑ)!
Συνέλευση ενάντια στην ελληνική πραγματικότητα